Τα κωφά και βαρήκοα άτομα αντιμετωπίζουν σημαντικά εμπόδια στην εργασία στον τομέα της Τεχνητής Νοημοσύνης, κυρίως λόγω των δυσκολιών στην επικοινωνία και γλωσσική πρόσβαση. Συγκεκριμένα:
-
Η πρόσβαση στην επικοινωνία είναι περιορισμένη, καθώς τα κωφά άτομα δεν αντιλαμβάνονται την ομιλία ακουστικά και βασίζονται σε οπτικούς τρόπους όπως η ελληνική νοηματική γλώσσα ή η οπτική παρακολούθηση του στόματος, που όμως δεν είναι πάντα εφικτοί ή αποτελεσματικοί σε όλα τα εργασιακά περιβάλλοντα.
-
Η οπτική παρακολούθηση της ομιλίας (speech-reading) είναι δύσκολη, γιατί πολλά φωνήματα μοιάζουν και ο ρυθμός ομιλίας είναι γρήγορος, περιορίζοντας την κατανόηση.
-
Τα βαρήκοα άτομα, παρότι αντιλαμβάνονται μέρος της ομιλίας, δυσκολεύονται στην πλήρη κατανόηση, ειδικά σε θορυβώδη περιβάλλοντα ή όταν η ομιλία δεν είναι καθαρή.
-
Η περιορισμένη γλωσσική πρόσβαση επηρεάζει αρνητικά τη μαθησιακή επίδοση, ιδιαίτερα σε δεξιότητες γραμματισμού όπως η ανάγνωση και η γραφή, που είναι κρίσιμες για εργασίες AI που απαιτούν καλή κατανόηση και παραγωγή κειμένου.
-
Υπάρχουν προκαταλήψεις και έλλειψη ενημέρωσης για τις ανάγκες και τις δυνατότητες των κωφών/βαρήκοων, που οδηγούν σε περιορισμένη πρόσληψη ή σε θέσεις με μειωμένο ωράριο και χαμηλότερη αποδοτικότητα, επηρεάζοντας την εργασιακή τους λειτουργικότητα και αυτοπεποίθηση.
-
Η δυσκολία επικοινωνίας με ακουόντες συναδέλφους και πελάτες αποτελεί σημαντικό εμπόδιο στην ομαλή συνεργασία και ολοκλήρωση εργασιών.
Αυτά τα εμπόδια απαιτούν την παροχή προσβάσιμων εργαλείων επικοινωνίας, όπως διερμηνείς νοηματικής γλώσσας, υποτιτλισμό, και κατάλληλες τεχνολογικές προσαρμογές, καθώς και ευαισθητοποίηση των εργοδοτών και συναδέλφων για την αποτελεσματική ένταξη των κωφών και βαρήκοων στον χώρο εργασίας, συμπεριλαμβανομένου του τομέα της AI



